ΟΙ ΤΡΕΙΣ ΙΕΡΑΡΧΕΣ ΩΣ ΑΙΩΝΙΑ ΠΡΟΤΥΠΑ ΑΓΩΓΗΣ ΚΑΙ ΠΑΙΔΕΙΑΣ




Σεβασμιώτατε Μητροπολίτα Νικαίας κ.κ. Αλέξιε,
Θεοφιλέστατε Επίσκοπε Χριστιανουπόλεως κ.κ. Προκόπιε,
Πρωτοσύγκελε της Ιεράς Μητροπόλεως Νικαίας Πανοσιολογιότατε Αρχιμανδρίτα π. Χρυσόστομε,
Πανοσιολογιότατε Καθηγούμενε, Αρχιμανδρίτα π. Πολύκαρπε,
Σεβαστοί Πατέρες,
Αγαπητοί Εκπαιδευτικοί,
Αξιότιμοι Κυρίες και Κύριοι,
η Αγία μας Εκκλησία εορτάζει και τιμά σήμερα τους «θεοφθόγγους κήρυκας», τους «θεοειδείς στύλους της Εκκλησίας», τους Τρεις Μεγίστους Ιεράρχες: τον μέγαν ιεροφάντορα Βασίλειον, τον θείον και θεορρήμονα Γρηγόριον και Ιωάννην τον χρυσούν την γλώτταν, και μας καλεί να «σκιρτήσωμεν αγαλλόμενοι εν τη πανδήμω πανηγύρει των διδασκάλων ημών».
Ήταν γύρω στον 11 ° αιώνα στα χρόνια του Αλεξίου Κομνηνού όταν στην Κωνσταντινούπολη ξέσπασε μια διαμάχη. Άνθρωποι των γραμμάτων και μη, χωρίστηκαν και αλληλοσυγκρούονταν μεταξύ τους για το ποιος Ιεράρχης της Εκκλησίας ήταν ο σπουδαιότερος και ωφέλησε περισσότερο την Εκκλησία. Έφθασαν στο σημείο να χωριστούν και σε παρατάξεις, στους Βασιλίτες, αυτούς δηλαδή που υποστήριζαν το Μέγα Βασίλειο, στους Γρηγορίτες, αυτούς που τάσσονταν υπέρ του Αγίου Γρηγορίου του Θεολόγου και τους Ιωαννίτες, αυτούς που θεωρούσαν τον Άγιο Ιωάννη το Χρυσόστομο ως τον αξιότερο Ιεράρχη και Πάτερα της Εκκλησίας αντί των άλλων δύο. Οι Βασιλίτες, οι Γρηγορίτες, και οι Ιωαννίτες, δημιούργησαν μεγάλη αναστάτωση στην Κωνσταντινούπολη σε σημείο που διασάλευαν όχι μόνο την Εκκλησιαστική, αλλά και τη δημόσια τάξη.
Η λύση στο πρόβλημα έμελλε να δοθεί από τους ίδιους τους τρεις μεγάλους Αγίους Πατέρες της Εκκλησίας μας, όταν παρουσιάστηκαν σε όραμα στον Επίσκοπο Ευχαΐτων Ιωάννη. Συγκεκριμένα, ανάμεσα στα άλλα που είπαν και εξήγησαν στον Επίσκοπο Ιωάννη ήταν και τα εξής «Ημείς εν είμεθα πλησίον εις τον Θεόν και καμία εναντιότητα ουδέ μάχη έχομεν. …. Και πρώτος μεταξύ ημών δεν υπάρχει ούτε δεύτερος, αλλά τον έναν εάν είπης, ευθύς και οι δύο άλλοι ακολουθούσι».
Από τότε, λοιπόν, ορίστηκε η 30η Ιανουαρίου ως η μέρα μνήμης των Τριών Ιεραρχών, μια κι ο Ιανουάριος είναι ο μήνας, όπου και οι τρεις εορτάζουν.
Έξι αιώνες αργότερα, το 1826, ο Άγγλος ευγενής Δημήτριος Φρειδερίκος Γκίλφορντ, βαπτισμένος Ορθόδοξος Χριστιανός από το 1791, ιδρυτής της Ιονίου Ακαδημίας, του πρώτου ουσιαστικά Ελληνικού Πανεπιστημίου στην Κέρκυρα, καθιέρωσε μαζί με τον καθηγητή Κωνσταντίνο Τυπάλδο, τον μετέπειτα ιδρυτή της Θεολογικής Σχολής της Χάλκης, την ημέρα της εορτής των Τριών Ιεραρχών ως ημέρα αφιερωμένη στην Ελληνική Επτανησιακή Παιδεία. Ο Γκίλφορντ, όπως χαρακτηριστικά λέει ο Καθηγητής της Οξφόρδης Επίσκοπος Διοκλείας κ. Κάλλιστος Γουέαρ, δεν τεμάχισε τον Ελληνισμό, δεν ανακήρυξε προστάτες των γραμμάτων κάποιους αρχαίους φιλοσόφους, αλλά θέλησε να γνωρίσει τον Ελληνισμό στη συνέχειά του, σ’ όλη την ιστορική του πορεία, τον Ελληνισμό του μέλλοντος, αυτόν που διασώθηκε χάρη στην ορθοδοξία, αφού οι μεγάλοι Πατέρες, ήταν αυτοί που προήγαν τη γλώσσα, δημιούργησαν γραμματεία εφάμιλλη της Αρχαίας Ελληνικής και πέρασαν στα συγγράμματά τους τα αγαθά της ελληνικής παιδείας, αφού βέβαια πρώτα την αποκάθαραν από την κατάπτωση της θρησκευτικής και ηθικής ζωής των αρχαίων Ελλήνων.
Δεκαέξι χρόνια αργότερα, το 1842 η Σύγκλητος του Πανεπιστημίου Αθηνών καθιέρωσε για όλη την ελεύθερη Ελλάδα την εορτή των Τριών Ιεραρχών ως ημέρα αφιερωμένη στην Παιδεία και στα Γράμματα.
Οι Τρεις Ιεράρχες έζησαν στον 4ο αιώνα, σε μια εποχή με δύσκολα προβλήματα: εκκλησιαστικά, κοινωνικά, παιδευτικά. Η Εκκλησία μετά από αγώνες πού κράτησαν τρεις περίπου αιώνες, βγήκε νικήτρια. Το Διάταγμα των Μεδιολάνων έθεσε τέρμα στους διωγμούς και τα βασανιστήρια των Χριστιανών. Η Εκκλησία όμως είχε να παλέψει τώρα με ιδέες και κακοδοξίες πού απειλούσαν να νοθεύσουν το ορθόδοξο δόγμα της. Πρωταγωνιστές σε αυτόν τον αγώνα αναδείχτηκαν οι τρεις μεγάλοι αυτοί Πατέρες, οι οποίοι με τη ζωή και το έργο τους, ξεκαθάρισαν τις χριστιανικές αλήθειες από ψευδολογίες και πλάνες και οργάνωσαν τη ζωή της Εκκλησίας. Η Εκκλησία στις μέρες τους λαμπρύνθηκε, έφτασε σε ύψη πνευματικής καρποφορίας και δίκαια ο αιώνας της ακμής τους ονομάστηκε «χρυσός αιώνας της Ορθοδοξίας».
Η φιλομάθεια, η δίψα για μόρφωση και η επίδοση στις σπουδές τους ήταν τα γνωρίσματα των Τριών Ιεραρχών, τον καιρό πού ήταν φοιτητές. Για τον Βασίλειο έλεγαν πως, όντας ακόμη σπουδαστής, γνώριζε περισσότερα από τους καθηγητές του, ενώ στον Γρηγόριο πρότειναν καθηγητική έδρα στην περίφημη τότε Φιλοσοφική Σχολή των Αθηνών, στην οποία δίδαξε για ένα χρόνο. Αλλά και τον Χρυσόστομο ο δάσκαλός του Λιβάνιος τον προόριζε για διάδοχό του στη Ρητορική Σχολή.
            Αργότερα όταν χειροτονούνται κληρικοί διακρίνονται για την υποδειγματική άσκηση των ποιμαντικών τους καθηκόντων, αλλά και για τους αγώνες τους για την εδραίωση και διάδοση της χριστιανικής πίστης. Γνωστά είναι: το θάρρος και η αλύγιστη πίστη του Βασιλείου μπροστά στις απειλές του αρειανού Μοδέστου, η παραίτηση του Γρηγορίου από τον πατριαρχικό θρόνο της Κωνσταντινούπολης για την ειρήνη και την ησυχία της Εκκλησίας, αλλά και το ανυποχώρητο του Χρυσοστόμου στις δολοπλοκίες και τις πιέσεις της αυτοκράτειρας Ευδοξίας. Πεποίθησή τους είναι ότι οι ταγοί άγουν, δεν άγονται. Δεν υπολογίζουν πολιτικό ή άλλο κόστος. Δεύτερο γνώρισμα της εκκλησιαστικής ποιμαντικής διακονίας των Τριών Ιεραρχών είναι η πλούσια φιλανθρωπική και κοινωνική τους δράση, η οποία δεν περιορίζεται μόνο στα πολλά φιλανθρωπικά ιδρύματα και στην περίθαλψη των θυμάτων της κοινωνικής αδικίας, αλλά εκτείνεται και στους αγώνες τους για την διάδοση των κοινωνικών αρετών: της αδελφότητας, της δικαιοσύνης και της ισοτιμίας.
Και οι τρεις αντιδρούν σε μια επιφανειακή πνευματικότητα, σε έναν ακίνδυνο χριστιανισμό, σε μια πίστη που τυφλώνει και σε μια εκκλησία που δεν είναι η οδός της αληθινής σωτηρίας και ζωής, αλλά ένα μέσο στα χέρια των ισχυρών για τη χειραγώγηση και εκμετάλλευση ανθρώπων και λαών. Οι Τρεις Ιεράρχες δεν μπορούν να συμβιβαστούν με την υποκρισία των βολεμένων χριστιανών: «ξέρω πολλούς», λέει ο Χρυσόστομος, «που νηστεύουν και προσεύχονται και στενάζουν, επιδεικνύοντας κάθε λογής αδάπανη ευλάβεια, ενώ ούτε ένα οβολό δε δίνουν στους θλιβομένους. Τι κέρδος έχουν από την υπόλοιπη αρετή τους; Γι’ αυτούς η βασιλεία των ουρανών είναι κλειστή». Και ο Γρηγόριος συμπληρώνει: «Μη τεντώνεις τα χέρια σου στον ουρανό, αλλά στα χέρια των φτωχών. Αν εκτείνεις τα χέρια σου στα χέρια των φτωχών έπιασες την κορυφή του ουρανού».
            Σε επίπεδο διδασκαλίας, οι Τρεις Πατέρες πέτυχαν όχι μόνο να θεμελιώσουν και να πραγματοποιήσουν τη σύνθεση Ελληνισμού και Χριστιανισμού, αλλά και να προφυλάξουν αυτή την ένωση, από μονοφυσιτικές ακρότητες, πού ήθελαν την απορρόφηση του ανθρώπινου στοιχείου από το θειικό ή από νεστοριανικές διαιρέσεις που ήθελαν ξεχωριστές και διαιρεμένες τη θεία από την ανθρώπινη υπόσταση του ενανθρωπήσαντος Υιού του Θεού.
Οι Τρεις Ιεράρχες αναγνωρίστηκαν δια μέσου των αιώνων ανυπέρβλητα υποδείγματα Ελληνο-χριστιανικής αγωγής, όχι μόνο γιατί κατείχαν τη χριστιανική και ελληνική σοφία, αλλά γιατί η ζωή τους ήταν οδηγός της θεωρίας και η θεωρία επισφράγιση του βίου τους. Κηρύττει χαρακτηριστικά ο Άγιος Γρηγόριος ο Θεολόγος: «Διά πολιτείας άνελθε, διά καθάρσεως κτήσαι το καθαρόν, πράξις γαρ επίβασις θεωρίας». Για να είναι ο άνθρωπος αυθεντικός πρέπει «ο βίος να συμφωνεί τοις δόγμασι και τα δόγματα να κηρύττει το βίον». Συμφωνία λοιπόν έργων και λόγων, σοφίας και αρετής διακρίνει το παιδαγωγικό ήθος των Τριών Ιεραρχών. Αν και όλη τους τη ζωή έζησαν ασκητικά, ο ορθόδοξος μυστικισμός τους συγκεντρώνεται σε μία βούληση για ζωή, η οποία τελικά γίνεται δύναμη προς ανακαίνιση του κόσμου. Δεν αγνόησαν την πλούσια ελληνική παιδαγωγική παράδοση. Οι Άγιοι κινούνται προς τα εμπρός, δεν λειτουργούν ισοπεδωτικά, προσλαμβάνουν από τον Ελληνισμό την αναζήτηση της αλήθειας στην κοινωνία, στο δίκαιο, στην τέχνη, σ’ όλες τις μορφές της ζωής και αφομοιώνουν το κάθε τι δημιουργικά, παρουσιάζοντας μέσα από αυτά το περιεχόμενο της Θείας Αποκάλυψης. Λέει χαρακτηριστικά ο Άγιος Γρηγόριος: «Είμαι της γνώμης ότι όλοι οι μυαλωμένοι άνθρωποι ομολογούν ότι το πρώτο από τα αγαθά μας είναι η μόρφωση. Δεν εννοώ μόνο την ευγενέστερη και δική μας (δηλαδή τη χριστιανική), αλλά και την ελληνική παιδεία (δηλαδή τη θύραθεν, την κοσμική), την οποία πολλοί από τους Χριστιανούς, κακώς αντιλαμβανόμενοι τα πράγματα, απορρίπτουν, καθώς όπως λένε, είναι επικίνδυνη και σφαλερή και απομακρύνει τον άνθρωπο από τον Θεό. Εμείς αντίθετα από την κοσμική παιδεία και σοφία έχουμε πάρει κανόνες και τρόπους έρευνας, δεχόμαστε την έρευνα και τη θεωρία, ενώ ταυτόχρονα απορρίπτουμε καθετί που οδηγεί στην πλάνη και στην ειδωλολατρεία. Δεν πρέπει λοιπόν να περιφρονούμε την κοσμική παιδεία, επειδή μερικοί το κάνουν αυτό, αλλά πρέπει μάλλον να θεωρήσουμε τους ανθρώπους αυτούς ως αγροίκους και απαιδεύτους … που επιθυμούν έτσι να αποφύγουν το ξεσκέπασμα της δικής τους αμάθειας».
Η αναζήτηση της αλήθειας της ελληνικής φιλοσοφίας, έρχεται να απαντηθεί από το Χριστιανισμό και να λάβει ιστορική σάρκα με τη θεανθρώπινη αποκάλυψη. Έτσι πραγματοποιείται η σύζευξη Ελληνισμού και Ορθοδοξίας, που λαμβάνει πια οικουμενικές διαστάσεις στην, χωρίς σύνορα, αυτοκρατορία που προσέλαβε και οικειοποιήθηκε την αλήθεια χάρη στις μεγάλες μορφές των Αγίων Πατέρων, που ενσαρκώνουν και μεταδίδουν τη νέα πραγματικότητα. Μέσα σ’ αυτήν τη ενότητα κινείται η παιδεία που μας παρέδωσαν οι Τρεις Ιεράρχες. Χάρη σε αυτούς η πάλη ανάμεσα στον Ελληνισμό και το Χριστιανισμό δε χρειάστηκε να έχει νικητές και ηττημένους. Η πάλη αυτή κατέληξε σε μία μεγαλειώδη σύνθεση, η οποία επέτρεψε στη Βυζαντινή Αυτοκρατορία να ζήσει και να μεγαλουργήσει για περισσότερα από χίλια χρόνια. Χαρακτηριστικό είναι ότι η Ανατολή δε γνώρισε μεσαίωνα, όπως η Δύση, ούτε δημιούργησε «Ιερά Εξέταση».
Ο ανθρωπισμός των Τριών Ιεραρχών δίνει ένα σαφές και συγκεκριμένο μορφωτικό ιδεώδες: τη θέωση, την ένωση δηλαδή με το Θεό, την ομοίωση του ανθρώπου με το Δημιουργό του, που αποτελεί και τον προορισμό του στη επίγεια ζωή. Ο Γρηγόριος παρουσιάζοντας μπροστά μας τον προορισμό της ύπαρξής μας λέγει «θέλεις Θεός γενέσθαι, συν αγγέλοις χορεύων». Ως ειδικότερη επιδίωξη της αγωγής θεωρεί ο Μέγας Βασίλειος την πνευματική πρόοδο του ανθρώπου και την απόκτηση των τεσσάρων βασικών αρετών: της σοφίας, της σωφροσύνης, της ανδρείας και της δικαιοσύνης. Ο Άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος τονίζει ότι πρέπει να «φυτευθούν» στο αναπτυσσόμενο παιδί οι ιδιότητες του Θεού, δηλαδή «η αγαθότης, το αόργητον, το ευεργετικόν, το φιλοσοφικόν», ώστε να διαπλασθεί σε τέλειο χριστιανό. Ο Μέγας Βασίλειος τονίζει ότι πρωτίστως πρέπει να φροντίζουμε για την επιμέλεια και την κάθαρση της ψυχής. Αυτή είναι, λέει, η αληθινή παιδεία: η επιμέλεια, η θεραπεία και η καλλιέργεια της ψυχής. Την παιδεία που αποβλέπει στη χριστιανική ζωή και τον εξαγνισμό του ανθρώπου οι τρεις Ιεράρχες ονομάζουν τέχνη τεχνών και «παρ΄ ημίν αγαθόν το πρώτον». Για μια τέτοια παιδεία εργάστηκαν «ζέοντες τω πνεύματι» με τόση σοφία και γνώση, ώστε να παρουσιάζονται στον έκπληκτο σήμερα μελετητή ως θεμελιωτές μιας χριστιανικής παιδαγωγικής με αιώνιο κύρος.
Μελετώντας κανείς τις θέσεις των Τριών Ιεραρχών για θέματα αγωγής των νέων, συναντά στα κείμενά τους προβληματισμούς και προτάσεις, όμοιες με τις πλέον προωθημένες της εποχής μας στις επιστήμες της Παιδαγωγικής και της Ψυχολογίας. Δυστυχώς όμως, ακόμα παραμένουν άγνωστες, όχι απλά στο ευρύ κοινό, αλλά και στον εκπαιδευτικό κόσμο.
Η παιδεία κατά τους Τρεις Ιεράρχες πρέπει να εξυπηρετεί τον προορισμό του ανθρώπου. Η παιδεία που μορφώνει τον όλο άνθρωπο, που διακρατεί την ιδιοπροσωπεία και την ιδιαιτερότητά μας είναι αυτή που αντλεί το περιεχόμενό της, από τη βεβαιότητα της παρουσίας του Θεανθρώπου στη γη και από τη δυνατότητα του ανθρώπου να προσλάβει μέσα από την ελευθερία του το Θεό και να γίνει δεκτικός της χάριτός του. Κινείται και αναπτύσσεται μέσα σ’ αυτήν τη δυαδική σχέση ζωής που εξισορροπεί τις φυσικές δυνάμεις του ανθρώπου και τον αναγάγει στο άκτιστο. Αυτό είναι το ιδιαίτερο χαρακτηριστικό της ταυτότητας του ελληνορθόδοξου Ρωμιού. Η παιδεία των Τριών Ιεραρχών δεν είναι λοιπόν ανθρωπιστική, αλλά συνιστά υπέρβαση του ανθρωπισμού. Το αρχέτυπο δεν είναι σύμφωνα με τους μεγάλους δασκάλους ο καλός και ηθικός άνθρωπος, που όσο τέλειος και αν είναι δεν μπορεί από μόνος του να υπερβεί τα τραγικά αδιέξοδα της φύσεώς του, αλλά ο κατά χάριν Θεάνθρωπος που μεταμορφώνεται συνεχώς από δόξα σε δόξα μιμούμενος «εν πάσι» τον κατά φύσιν Θεό, που συγκαταβαίνει και γίνεται άνθρωπος «καθ`ημέραν» στη γη, για να μπορεί ο άνθρωπος να γίνει Θεός.
Ένα ακόμη χαρακτηριστικό γνώρισμα της παιδείας τους είναι ότι καλλιεργεί το αυτοσυναίσθημα, την ορθή γνώση του εαυτού μας. «Μικρός ειμί και μέγας», έγραφε ο Ελύτης, «ταπεινός και υψηλός, θνητός και αθάνατος, επίγειος και ουράνιος». Οι λόγοι αυτοί που φαινομενικά δείχνουν αντίθεση, εναρμονίζονται και γίνονται σύνθεση μέσα στην παιδεία των Τριών Ιεραρχών, ως έκφραση και συνειδητοποίηση από τη μια μεριά της ασημαντότητας και μικρότητας που πρέπει να αισθάνεται ο άνθρωπος, λόγω της φθαρτότητας και θνητότητάς του και από την άλλη ως πεποίθηση ότι μπορεί να γίνει μέγας, ταμείο δηλαδή αγιότητας. Αυτή είναι η αυτοσυνειδησία που μας κληροδότησαν οι Τρεις Ιεράρχες.
Η παιδεία τους είναι ακόμη, ένα είδος ποιμαντικής αγωγής. Ο δάσκαλος είναι ποιμένας, κατευθύνει, οδηγεί, μεταδίδει ζωή, όχι μόνο γνώσεις. Έτσι παραδίδει τη σκυτάλη στους μαθητές του. Η παιδεία δεν είναι «ξηρή πολυμάθεια», αλλά κατά τον Βασίλειο, «ανατροφή μετ’ ευλαβείας και μετάληψις αγιότητος».
Ο Ιωάννης Χρυσόστομος θεωρεί ότι πρωτεύοντα ρόλο στην εκπαιδευτική διαδικασία παίζει η προσωπικότητα του δασκάλου καθώς επίσης και η σχέση του με τους μαθητές. Η σχέση δάσκαλου-μαθητή πρέπει να είναι μια σχέση αγάπης και αλληλοσεβασμού. Όπως οι δάσκαλοι της κιθάρας, αφού πιάσουν τα δάχτυλα των μαθητών τους τα πλησιάζουν με ηρεμία στις χορδές και τα διδάσκουν να χτυπούν με προσοχή, το ίδιο ακριβώς πρέπει να κάνουν και οι παιδαγωγοί, σε όλες τις ηλικίες. Το να αγαπά ο δάσκαλος το μαθητή και να αγαπιέται από αυτόν, «το φιλείν και φιλείσθαι», όπως ακριβώς λέει, είναι το στοιχείο εκείνο που βοηθάει ουσιαστικά να γίνει αποδοτική η διδασκαλία. Ο καλός δάσκαλος κατά τον Χρυσόστομο εμπνέει, προσελκύει και πείθει. Δεν είναι εγωιστής, ούτε αλαζόνας, δε διακρίνεται για το εξουσιαστικό του ύφος, έχει πνεύμα μαθητείας, δεν περιαυτολογεί. Είναι ταπεινός έχοντας συναίσθηση των ατελειών και αδυναμιών του. Γνωρίζει καλά «ότι η επιείκεια είναι πιο δυνατή από τη βία».
Ο παιδαγωγός πρέπει να επιδεικνύει δημοκρατικό πνεύμα και να σέβεται τη γνώμη των μαθητών του. Απέναντι τους να είναι απλός, ειλικρινής, απονήρευτος, άδολος. Να αποφεύγει την ειρωνεία και την υποκρισία. Οι δάσκαλοι κατά τον Άγιο Πατέρα δεν πρέπει να είναι φορτικοί και πιεστικοί, αλλά φιλόστοργοι. Οφείλουν να υπερβάλλουν σε φιλοστοργία τους φυσικούς πατέρες. «Ο λόγος (του δασκάλου)», λέει ο Χρυσόστομος πρέπει να είναι «λόγος ανθρώπου που διδάσκει μάλλον παρά ελέγχει, που παιδαγωγεί παρά τιμωρεί, που βάζει τάξη παρά που διαπομπεύει, που διορθώνει παρά που επεμβαίνει στη ζωή του άλλου (του μαθητού)».
Τα βασικά στοιχεία της αληθινής παιδείας για τους Τρεις Ιεράρχες είναι: η αγάπη, η ελευθερία και ο σεβασμός του ανθρώπινου προσώπου. Και οι τρεις τονίζουν πως η σχέση παιδαγωγού-μαθητή είναι μια σχέση ελευθερίας και δημιουργίας. Ο διάλογος είναι το καλύτερο μέσο για να επιτευχθεί ο σκοπός της αγωγής. Η εξουσιαστικότητα και ο δογματισμός όχι μόνο δείχνουν έλλειψη αγάπης, αλλά και δε φέρνουν κανένα ουσιαστικό αποτέλεσμα. Ο εκπαιδευτικός οφείλει πρώτιστα να σέβεται το δώρο της ελευθερίας που χάρισε ο δημιουργός στα παιδιά και να μη φυλακίζει τις ανησυχίες τους, αλλά να ανοίγει δρόμους.
Τα τελευταία διδάγματα της Παιδαγωγικής που αναφέρονται στην ποσότητα της ύλης και την αφομοίωσή της από τους μαθητές, δεν είναι ασφαλώς καθόλου καινούργια. Αυτό φαίνεται σαφέστατα στα κείμενα του Γρηγορίου, ο οποίος χρησιμοποιώντας εικόνες από την αγροτική ζωή, λέει πως δεν είναι ωφελιμότερη η ραγδαία βροχή από την ήρεμη, γιατί η πρώτη παρασύρει το έδαφος, ενώ η δεύτερη μπαίνει βαθιά και το κάνει γόνιμο. Η διδασκαλία στην τάξη λέει ο Βασίλειος, πρέπει να γίνεται ευχάριστα, γιατί μόνο τότε η γνώση παραμένει μόνιμη. Για αυτό και τα μαθητικά βιβλία θα πρέπει να είναι σαφή και επαγωγικά. Κατά τον Γρηγόριο το να επιχειρεί κανείς να εκπαιδεύει άλλους προτού ο ίδιος εκπαιδευτεί ικανοποιητικά είναι τολμηρό και ανόητο. Ή να μη διδάσκεις ή να διδάσκεις με το παράδειγμά σου τονίζει, διαφορετικά ότι κτίζεις με το δεξί, το γκρεμίζεις με το αριστερό. Το να φιλοσοφεί κανείς μόνο με τους λόγους, είναι χαρακτηριστικό του υποκριτή και όχι του δασκάλου.
Η παιδεία των Τριών Ιεραρχών δεν είναι απόκοσμη ή φιλόκοσμη, αλλά μια προσπάθεια ορθής γνώσης, θέασης και εκτίμησης του κόσμου. Κινείται στο παρόν μεταμορφώνοντας συνεχώς τον άνθρωπο και προσβλέπει στα έσχατα, όχι σαν μια παθητική αναμονή ενός ιδεατού κόσμου, αλλά ως φυσική κατάληξη και «πλήρωση» της συνεχούς επί γης μεταμόρφωσής του. Δεν είναι σκοταδιστική, δεν κάνει διάκριση μεταξύ υλικών και πνευματικών, ανοίγεται σε όλους τους τομείς, όλος ο άνθρωπος και όλη η ζωή γίνεται δεκτή, εφόσον μπορεί να ενταχθεί στην καινή πραγματικότητα του Χριστού, στη νέα λυτρωτική πορεία.
Με απλά λόγια οι Τρεις Ιεράρχες υποστηρίζουν πως η Παιδεία πρέπει να είναι στην υπηρεσία του ανθρώπου και όχι του συστήματος, όπως δυστυχώς έχει καταντήσει στις μέρες μας. Σήμερα σε ολόκληρο τον κόσμο η Παιδεία είναι κατευθυνόμενη, γι’ αυτό και αποτυχημένη. Οι νέοι και οι νέες κατευθύνονται σύμφωνα με τις ανάγκες του συστήματος κάθε χώρας. Το ζητούμενο, δυστυχώς στις μέρες μας δεν είναι να φτιάξουμε ελεύθερους ανθρώπους, με συγκροτημένη προσωπικότητα, υπεύθυνους, έτοιμους να σταθούν κριτικά σε ό,τι αλλοιώνει την ομορφιά της ζωής, αλλά εξαρτήματα για να λειτουργήσει καλά η μηχανή της παγκοσμιοποιημένης οικονομίας. Οι περισσότεροι νέοι δεν προχωρούν στις σπουδές τους σε ό,τι αυτοί ονειρεύονταν και επέλεξαν, δε σπουδάζουν για να ξεδιψάσουν τις ψυχές τους, για να ζήσουν, αλλά για να ενταχθούν εκεί που το απαιτούν οι ανάγκες του συστήματος με απώτερο σκοπό να βοηθήσουν στην ανάκαμψη των «δεικτών της παραγωγικότητας». Η παιδεία όμως δεν πρέπει να αποβλέπει ούτε στην παραγωγικότητα, ούτε στις όποιες ανάγκες του κράτους, οφείλει να οδηγεί τους νέους στην ανακάλυψη του μυστηρίου της ζωής, στην κατάκτηση της ελευθερίας, στα μονοπάτια της αναζήτησης της αλήθειας, στη μύησή τους στην παράδοση του τόπου τους και στον πολιτισμό και τελικά στη μεταμόρφωσή τους.
Όπως τονίζει ο Χρήστος Γιανναράς, όσοι κάνουν τους σχεδιασμούς για την παιδεία δείχνουν πως δεν τους ενδιαφέρει «η κατά κεφαλήν καλλιέργεια, αλλά το κατά κεφαλήν εισόδημα». Συνεχίζουμε να εγκληματούμε σε βάρος των νέων ανθρώπων. Υποτάξαμε την αγάπη στην αναγκαιότητα και γι’ αυτό αποτύχαμε. Στις μέρες μας η παιδεία έχει δώσει τη θέση της σε μια μονοδιάστατη, γι’ αυτό και άρρωστη εκπαίδευση. Για να επιτευχθούν οι στόχοι της, όλοι (γονείς, μαθητές, εκπαιδευτικοί) μπαίνουν σε καλούπια από νωρίς. Το δόγμα παιδείας ειδικά στα Λύκεια, δηλαδή την εποχή που η ψυχή του νέου πάει να ανθίσει, είναι «να βγει η ύλη». Όλα θυσιάζονται εκεί. Η πίεση αφόρητη στους εκπαιδευτικούς που ζουν την τραγικότητα της μετατροπής τους, από φορείς γνώσης και ζωής σε απλούς διεκπεραιωτές ύλης, ενώ τα παιδιά μας στην ηλικία που διψάνε για ζωή και αλήθεια περιορίζονται στο να μετατραπούν σε ζωντανά λυσάρια χημείας, φυσικής,  μαθηματικών, αρχαίων, κλπ.
Στη σημερινή εκπαίδευση της ισοπέδωσης, φτάσαμε ακόμη και η έκθεση ιδεών, το μάθημα που ο μαθητής υποτίθεται ελεύθερα καταθέτει τις ιδέες του, να ταυτίζεται με ένα φροντιστηριακό δίωρο. Ο μαθητής ζει την τραγωδία του να μαθαίνει «τι πιστεύει» και πως «πρέπει να το εκθέσει», ούτως ώστε να «πετύχει». Ζητάμε δηλαδή από τον νέο άνθρωπο να αρνηθεί την προσωπικότητά του, να γίνει κάτι «άλλο» για να κατορθώσει να θεωρηθεί επιτυχημένος. Σε μια κοινωνία πνιγμένη στον ατομικισμό, στις αξίες του εύκολου κέρδους, σε μια κοινωνία που προοδεύει όποιος διακρίνεται όχι για τις γνώσεις του, αλλά για τις γνωριμίες του, σε μια κοινωνία, στην οποία οι αξίες που προτείνονται στη νέα γενιά είναι ο καριερισμός, η βαθμοθηρία και αργότερα το μικροαστικό βόλεμα τι μπορούμε να περιμένουμε; Εμείς οι μεγαλύτεροι πνιγμένοι στις ανασφάλειές μας θέλουμε γενιές βολικών και βολεμένων, ανθρώπους που δεν είναι έτοιμοι να ρισκάρουν, ούτε να θυσιαστούν για τίποτα. Ο Μάρτιν Λούθερ Κινγκ έλεγε: «αυτός που δεν είναι έτοιμος να πεθάνει για κάτι, δεν αξίζει να ζει». Προτείνουμε στους νέους την κοινωνία του «φαίνεσθαι», του «πρεστίζ». Το παν, είναι το προσωπείο. Η εικόνα μας προς τα έξω. Ξεχάσαμε ότι η αξία δεν βρίσκεται στο προσωπείο, αλλά στο πρόσωπο. Έτσι οι νέοι άρχισαν να μαζεύουν προσωπεία. Πώς να επιβιώσεις διαφορετικά. Θέλει δρόμο για να φτάσεις στο πρόσωπο, στην επικοινωνία, στη συνάντηση. Θέλει ψυχή.
Η αγάπη, λέει ένας άγιος της Εκκλησίας μας, είναι πιο γλυκιά και από τη ζωή. Προσφέρουμε σήμερα παιδεία αγάπης; Φοβάμαι πως όχι. Τότε πως θέλουμε παιδεία ζωής; Η παιδεία για να είναι πετυχημένη πρέπει να μιλά στις ψυχές, να τις κάνει να χαίρονται, να ονειρεύονται, να δημιουργούν. Να είναι, όπως προτείνουν οι Τρεις Ιεράρχες, «δρόμος απελευθέρωσης και όχι διαδικασία εξαναγκασμού και ανελευθερίας».
            Τιμώντας τους Τρεις Ιεράρχες δεν κάνουμε εμείς αναδρομή στο παρελθόν, αλλά έρχονται αυτοί κοντά μας, στο παρόν, για να νοηματοδοτήσουν το μέλλον μας. Είναι κοντά μας οι Τρεις Ιεράρχες, γιατί η ζωή και η δράση τους παραμένει καθολικά ανθρώπινη και διαχρονικά οικουμενική. Είναι παρόντες, διότι δεν ήταν απόλυτα απόκοσμοι, ούτε ολοκληρωτικά εγκόσμιοι, αλλά γνήσια και καθολικά ανθρώπινοι. Είναι τόσο δυναμική η παρουσία τους, τόσο βαθιά και πλατιά η γνώση τους, τόσο καθολικής υφής οι απόψεις τους, ώστε να φθάνουν στην εποχή μας με ένα πρόσωπο νιότης, φρεσκάδας, και ανανέωσης, που όμοιό του δεν έχει να μας δείξει η ανθρωπότητα.
Βασίλειος, Γρηγόριος, Ιωάννης, τρεις άνθρωποι  Άγιοι, Πυξίδες, Φάροι ολόφωτοι που έζησαν  το Φως, έγιναν Φως και μας οδηγούν με ασφάλεια στο Φως. Αυτούς ας έχουμε αιώνια πρότυπα αγωγής και παιδείας στη ζωή μας.
(ΣΗΜΕΙΩΣΗ: Η παραπάνω ομιλία εκφωνήθηκε από τον Πανοσιολογιώτατο Αρχιμανδρίτη     π.Μαρίνο Πιτσικάλη, Αναπληρωτή Καθηγητή του Τμήματος Χημείας του Πανεπιστημίου Αθηνών, την Κυριακή 29-1-2012, στην Ιερά Μονή Αγίων Πατέρων Σχιστού-Περάματος της Ιεράς Μητροπόλεως Νικαίας, στα πλαίσια του Εορτασμού των Τριών Ιεραρχών, Προστατών της Παιδείας.)

ΚΟΙΝΩΝΙΑ: ΤΟ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΠΑΙΔΕΙΑΣ ΚΑΝΕΙ ΕΝΑ ΑΚΟΜΗ ΒΗΜΑ ΠΡΟΣ ΤΟΝ ΑΠΟΧΡΙΣΤΙΑΝΙΣΜΟ ΤΗΣ ΝΕΟΛΑΙΑΣ ΜΑΣ



  
Η ΕΓΚΥΚΛΙΟΣ ΤΟΥ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΠΑΙΔΕΙΑΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΟΡΤΗ ΤΩΝ ΤΡΙΩΝ ΙΕΡΑΡΧΩΝ, ΕΝΑ ΑΚΟΜΗ ΒΗΜΑ ΠΡΟΣ ΤΟΝ ΑΠΟΧΡΙΣΤΙΑΝΙΣΜΟ ΤΗΣ ΝΕΟΛΑΙΑΣ ΜΑΣ
Με σχετική εγκύκλιο, διατυπωμένη με την γνωστή υποκριτική του διγλωσσία, το Υπουργείο Παιδείας αφήνει στην διακριτική ευχέρεια των Δ/ντων και των διδασκάλων κάθε Σχολείου το αν θα εορτάσουν την μεγαλη γιορτή της Παιδείας, την Εορτή των Τριών Ιεραρχών. Αναφέρει βεβαίως ότι είναι επίσημη αργία για τα Σχολεία, για να μην εγείρει φωνές αντιδράσεων, αλλά σπεύδει να διευκρινίσει ότι σε περίπτωση χαμένων διδακτικών ωρών, αυτές αναπληρώνονται εις βάρος της Εορτής , η οποία, κατά συνέπεια περιορίζεται ή καταργείται!
Με άλλα λόγια δηλαδή, η διδασκαλία της Ελληνορθόδοξης Παράδοσης έχει αφεθεί στην κρίση των διδασκόντων και των Δ/ντών των Σχολείων. Η επίσημη γραμμή του Υπουργείου Παιδείας είναι μια κενή, άθρησκη πολιτική, δεν εμποδίζει αλλά και δεν υποχρεώνει κανένα Δ/ντή ή δάσκαλο να διδάσκει την Ορθόδοξη Πίστη και Παράδοση, όμως με την δόλια και υποκριτική αυτή τακτική ουσιαστικά δρομολογεί με ταχύτατους ρυθμούς τον αποχριστιανισμό της Χώρας μας.
Πέστε μας κα Διαμαντοπούλου, τελικώς, η Ελλάδα έπαψε να είναι Ορθόδοξο Κράτος; Έπαψε το Σύνταγμά μας και η Ελληνική νομοθεσία να επικαλείται το Όνομα της Αγίας Τριάδος και να ορίζει ότι η Παιδεία του Εθνους μας είναι η καλλιέργεια των Ελληνοχριστιανικών ιδεωδών; Γίναμε ένα ουδέτερο (ούτε καν ανεξίθρησκο διότι η ανεξιθρησκεία διδάσκει όλες τις θρησκείες, δεν τις αποσιωπά όλες), «άχρωμο και άοσμο» Κράτος; Αν έχετε τέτοιο σκοπό, θα πρέπει να γίνει δημοψήφισμα, ώστε ο ίδιος ο Ελληνικός λαός να αποφασίσει την αλλαγή στην ταυτότητα της Ελλάδος. Δεν φθάνει που έχει περιοριστεί ο σχολικός εκκλησιασμός στις τρείς φορές το χρόνο, δεν φθάνει που γίνεται με τον απαράδεκτο τρόπο που γίνεται, με τους διδασκάλους πρώτους να διδάσκουν την ασέβεια στα παιδιά, αλλά ούτε την εορτή των Τριών Προστατών της Παιδείας δεν σέβεται πιά το Ελληνικό Κράτος και δεν φροντίζει να τους τιμά, Αυτούς, που είναι η μόνη ελπίδα να λυτρωθούν τα παιδιά μας από την ημιάγρια κατάσταση που τα έχει καταντήσει το ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΣΑΣ ΤΗΣ ΠΑΝΤΟΕΙΔΟΥΣ ΔΙΑΦΘΟΡΑΣ;
ΠΟΥ ΖΕΙΤΕ; Δεν έχετε ματια να δείτε ότι αυτό που χρειάζονται σήμερα τα παιδιά μας, περισσότερο και από τον αέρα που αναπνέουν, είναι το να αναπληρώσουν με εντατικούς ρυθμούς τα μαθήματα ΗΘΟΥΣ και ΟΡΘΟΔΟΞΟΥ ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΟΤΗΤΟΣ και όχι τις χαμένες ώρες διδασκαλίας εγκυκλοπαιδικών γνώσεων;

Από το Γραφείο Τύπου
Πολιτικής Παρατάξεως «ΚΟΙΝΩΝΙΑ»

Γεώργιος Μπαμπινιώτης: Η Συμβολή των Τριών Ιεραρχών


ΕΝΑ ΘΑΥΜΑ ΑΝΗΜΕΡΑ ΤΩΝ ΤΡΙΩΝ ΙΕΡΑΡΧΩΝ ΣΤΗΝ ΚΟΜΜΟΥΝΙΣΤΙΚΗ ΡΟΥΜΑΝΙΑ



Με τον πατέρα Ιλίε Λακατούσου μείναμε μαζί τέσσερα χρόνιαστην Περιπράβα στο ΔέλταΔιακρίθηκε γενικά για την εσωτερικήτου δύναμη και για τη σιωπή τουΣπάνια τον άκουγες να μιλάεικαι όταν το έκανε είχε κάτι σημαντικό να πειΤις πιο πολλές φορές μας προέτρεπε να προσευχόμαστε όταν βρισκόμασταν σεκίνδυνο.Γιαυτόν τον άνθρωπο έχω να πω ότι ήταν πραγματικά ταπεινός.Ποτέ δεν ήθελε να βγει στην επιφάνεια,προσπαθούσενα περάσει απαρατήρητος

Θύμαμαι ένα θαυμαστό γεγονός που έλαβε μέρος στο Δέλτα(τουΔούναβη),όπου ο πατέρας Ηλίας έπαιξε έναν ρόλο πολύσημαντικό.

Στις 30 Ιανουαρίου μας έστειλαν στο κανάλι να κόψουμετύφη(υδρόβιο φυτό).Καταλαβαίνετε τι σημαίνει αυτό μέσα στηνκαρδιά του χειμώνα.Σίγουρος θάνατος.Ήμασταν επιπλέοντρομαγμένοι από το γεγονός ότι οι φύλακες είχαν μαζί τουςτέσσερα πολυβόλα.Ίσως ήθελαν να μας εκτελέσουν,πιστεύονταςότι θα αρνηθούμε να εκτελέσουμε τη διαταγή.Ήταν ένα άνοιγμαεκεί στο νερό γύρω στα σαράντα εκτάρια και η τύφη ήταν πέραβαθιά.Όλοι αρχίσαμε να λέμε μεταξύ μας ότι δεν προκειται ναμπούμε.Μας διέταξαν να μπούμε και να βγάλουμε δύο δέσμες.

Για ποιόν το κάναμε εμείς αυτό;Ήταν κάτι άσκοπο.Πως να μπειςστο νερό;.Αν πατήσεις στο βάλτο ποιός θα σε βγάλει;Διστάσαμεστην αρχή.

Τότε ο πατέρας Ιλίε,αποφασιστικά μας ενθάρρυνε και μαςείπε:’’Μπείτε ,επειδή αυτοί κάνουν κακές σκέψεις.Θα μαςπυροβολήσουν.Μπείτε και η Παναγία και οι Τρεις Ιεράρχες θαμας βγάλουν σωους και αβλαβείς.

Μπήκαμε.Το νερό μας έφτανε μέχρι το πηγούνι.Δουλεύαμε σαννα είμαστε στην ξηρά.Σάλλους το νερό έφτανε μέχρι τολαιμό,σάλλους στο στήθος σάλλους στη μέση,όπως πέτυχε οκαθένας.Μείναμε τρεις ώρες στο νερο και βγάλαμε ότι μαςζήτησαν όμορφα,περιποιημένα και στο ίδιο μέγεθος

Η θερμοκρασία ήταν -30 και ο πάγος είχε πάχος 20-20εκατοστά.Κάτω από τον πάγο φαινόνταν τα κίτρινα ανθισμένανούφαρα.

Μεγάλο θάυμα έγινε εκείνη την ημέρα.Το πρωί είχε ομίχλη,ήτανο ουρανός συννεφιασμένος και το κρύο σου τρυπούσε τακόκκαλα.Ξαφνικά βγήκε ήλιος.Άρχισε να κάνει μια ζέστη πουεκπλήσσονταν και οι φύλακες.Βγάλαμε τα ρούχα μας για ναστεγνώσουν σαν να τα έβαζες στην πιο ζεστή σόμπα,έτσι όπωςέβγαιναν οι ατμοί.Ντυθήκαμε και γυρίσαμε στη φυλακη.

Έτσι η Παναγία και οι Τρεις Ιεράρχες ήταν μαζί μας και μαςβοήθησαν έκεινη την παγωμένη τριακοστή ημέρα τουΙανουαρίου.Κανένας δεν αρρώστησε.Χάρη στις προσευχές τουπατέρα Ιλίε,αλλιώς όλοι θα ήμασταν νεκροί.

πηγή-Το βιβλίο ''Viata parintelui Iustin Pirvu''
πηγή: http://proskynitis.blogspot.com/2010/01/blog-post_6652.html