Σαν σήμερα, το 1998, κοιμήθηκε ο Γέροντας Εφραίμ Κατουνακιώτης



 
Ο παπα- Εφραιμ Κατουνακιώτης γεννήθηκε το 1912 στο Αμπελοχώρι Θηβών. Ο πατέρας του ονομάζονταν Ιωάννης Παπανικήτας και η μητέρα του Βικτορία. Ο Γέροντας είχε σαν κοσμικός το όνομα Ευάγγελος. Τελείωσε το Γυμνάσιο αλλά η Χάρις του Θεού έκλεινε στον Ευάγγελο τις κοσμικές θύρες της αποκατάστασης.
Στην Θήβα, όπου είχε μετακομίσει η οικογένεια του, ο Ευάγγελος γνώρισε τους γεροντάδες του τον Εφραίμ και τον Νικηφόρο.
Η ζωή του Ευάγγελου ήταν καλογερική. Αγωνίζονταν πνευματικά με την ευχή του Ιησού, τις μετάνοιες, την νηστεία και κυρίως με την υπακοή.
 
 
Η μητέρα του αξιώθηκε να λάβει πληροφορία από τον Όσιο Εφραίμ τον Σύρο ότι το θέλημα του υιού της να γίνει μοναχός ήταν και θέλημα Θεού και πώς  ο Ευάγγελος θα τιμήσει την μοναχική ζωή.
Την 14η Σεπτεμβρίου 1933 ο Ευάγγελος άφησε τον κόσμο ήλθε στην έρημο του Αγίου Όρους στα Κατουνάκια, στο ησυχαστήριο του Οσίου Εφραίμ του Σύρου και έβαλε μετάνοια στην συνοδεία των Γεροντάδων Εφραίμ και Νικηφόρου. Μετά την δοκιμασία του εκάρη μικρόσχημος μοναχός με το όνομα Λογγίνος. Το 1935 έγινε μεγαλόσχημος μοναχός από τον Γέροντα του Νικηφόρο και έλαβε το όνομα Εφραίμ. Τον επόμενο χρόνο χειροτονήθηκε Ιερέας.
Ο παπα-Εφραίμ αξιώθηκε και γνώρισε τον πρύτανη της ησυχαστικής ζωής τον διορατικό, προορατικό και άγιο Γέροντα Ιωσήφ τον Ησυχαστή (1898 -1959) και συνδέθηκε πνευματικά μαζί του με την ευλογία του Γέροντα του Νικηφόρου. Ο Γέροντας Ιωσήφ με την σειρά του είχε διδαχθεί την απλανή πνευματική ζωή από τους περίφημους ησυχαστές μοναχό Καλλίνικο και Ιερομόναχο Δανιήλ. Επομένως ο παπα-Εφραίμ μας διδάσκει την επίμονη αναζήτηση για την πνευματική ζωή και την ανεύρεση απλανούς πνευματικού οδηγού, πού θα είναι «Εκδόσεις ακριβής της ορθοδόξου πίστεως». Ο απλανής πνευματικός βλέπει τις δαιμονικές πλάτες και με τα κατάλληλα πνευματικά φάρμακα οδηγεί τα πνευματικά παιδιά του στον Παράδεισο.
Ο μακαριστός παπα-Εφραίμ διαχώρισε την γνήσια υπακοή από την αρρωστημένη όταν συμβούλευσε κοινοβιάτη μοναχό να κάνει υπακοή στον Γέροντα του όχι σαν ζώο αλλά από αγάπη και ζήλο Θεού.
 
Ο άγιος Γέροντας Ιωσήφ ο Ησυχαστής έδωσε ένα πρόγραμμα ησυχαστικής ζωής στον παπα-Εφραίμ, για να καλλιεργεί την ευχή «Κύριε Ιησού Χριστέ, υιέ του Θεού, ελέησον με», να έχει φυλακή των αισθήσεων και τον οδήγησε στην κάθαρση της καρδίας και τον θείο φωτισμό.
Ο παπα-Εφραίμ με την ευλογία του Γέροντος Ιωσήφ εντρύφησε στην «Φιλοκαλία των Ιερών Νηπτικών» και ελάμβανε τις συμβουλές των Νηπτικών Πατέρων για τον αγώνα του. Δεν διάβαζε ούτε βιβλία ψυχιατρικής, ούτε «κουλτουριάρικα» αναγνώσματα δια πνευματικές επιδείξεις στα σαλόνια, ούτε είχε τον φόβο μήπως τον αποκαλέσουν οι κοσμικοί κύκλοι «φονταμενταλιστή».
Το 1973 εκοιμήθη ο Ιερομόναχος Νικηφόρος ο Γέροντας του παπα-Εφραίμ.
 
 
Ο Γέροντας μετά το 1980 είχε συγκροτήσει συνοδεία και τήρησε την εντολή του Γέροντος Ιωσήφ να αποκτήσει συνοδεία μετά τον θάνατο του παπα-Νικηφόρου. Επομένως ο παπα-Εφραίμ πρώτα έφθασε στην κάθαρση και κατόπιν έγινε ο ίδιος Γέροντας. Ο παπα-Εφραίμ πολέμησε τον μεγάλο εχθρό της πνευματικής ζωής την κενοδοξία. Οι θυσίες του γίνονταν για τον Χριστό και όχι για προσδοκώμενο έπαινο από τους ανθρώπους.
Η θ. Λειτουργία για τον παπα-Εφραίμ ήταν συγκλονιστικό και βιωματικό γεγονός. Είχε εκμυστιρευθεί σε Ιερομόναχο πνευματικό φίλο του ότι από την πρώτη θεία Λειτουργία πού τέλεσε, έβλεπε αισθητά την Χάρη του Θεού να μεταβάλλει τα θεία δώρα. Μάλιστα, μετά τον καθαγιασμό των τιμίων δώρων, έβλεπε τον ίδιο τον Χριστό μέσα στο δισκάριο και ήταν αδύνατον να συγκρατήσει τα δάκρυα του, όταν έφθανε στο τεμαχισμό του Σώματος του Χριστού. Έβρεχε με τα δάκρυα του το αντιμήνσιο κατά την θεία Λειτουργία και έβλεπε δεξιά και αριστερά τους αγγέλους να συλλειτουργούν.
Όμως ο παπα-Εφραίμ δεν αναφέρθηκε ποτέ σε «λειτουργική αναγέννηση» και μάλιστα ζητούσε σε κοινοβιάτες, πού βρίσκονταν στα εξωτερικά διακονήματα να μη παραλείπουν το ψαλτήρι.
Ο παπα- Εφραίμ ήταν κοσμημένος με το διορατικό χάρισμα και έβλεπε την πνευματική κατάσταση κάθε κληρικού ή μοναχού και έδιδε τα κατάλληλα πνευματικά φάρμακα για την πρόοδο στην πνευματική ζωή.
Η Χάρις του Θεού είχε κοσμήσει τον παπα- Εφραίμ και με το προορατικό χάρισμα, γι ‘αυτό και έβλεπε καταστάσεις πού έρχονταν (όπως ο σεισμός του 1977 στην Θεσσαλονίκη), αλλά και πολλές φορές είχε προσφωνήσει λαϊκούς ακόμα και μικρά παιδιά με τα ονόματα πού έλαβαν μετά από χρόνια στην μοναχική τους κούρα. Μάλιστα, κάποιος φοιτητής έστειλε μία περιληπτική και χωρίς λεπτομέρειες επιστολή στον μακαριστό Γέροντα και έλαβε απάντηση από τον παπα-Εφραίμ, πού του περιέγραφε με λεπτομέρειες την πνευματική του κατάσταση ακόμα και κατασταθείς στον χώρο πού διέμενε ο φοιτητής χωρίς αυτός να τις έχει προαναφέρει.
Κάποτε άγνωστοι μεταξύ τους κληρικοί συναντήθηκαν στον δρόμο για τα Κατουνάκια και όταν έφτασαν στον παπα-Εφραίμ, ο μακαριστός άγιος Γέροντας άρχισε να επιπλήττει έναν από τους κληρικούς, πώς δεν είναι παπάς αλλά μασόνος, πού έβαλε ράσο, για να κατασκοπεύει το Άγιον Όρος. Ο μασόνος παραδέχτηκε την ραδιουργία του.
Ο παπα-Εφραίμ έζησε εμπειρίες, πού μόνο οι Ορθόδοξοι Χριστιανοί μπορούν να ζήσουν, μακριά από παπικές η προτεσταντικές πλάνες.
 
Κάποτε ένας ηγούμενος, δύο θεολόγοι και ένας φοιτητής ζήτησαν από τον παπα-Εφραίμ να τους εξηγήσει την ευωδιά των αγίων λειψάνων.
Ο Γέροντας έσκυψε το κεφάλι του στο μέρος της καρδιάς και προσεύχονταν. Ο τόπος γέμισε ευωδιά και ο παπα-Εφραίμ τους είπε πώς επειδή δεν μπορούσε ο ίδιος να το εξηγήσει παρακάλεσε τον Θεό να απαντήσει στους συνομιλητές.
Ο παπα-Εφραίμ αισθάνονταν τις αμαρτίες σαν δυσοσμία. Κάποιος επίσκοπος μέσω τρίτου ρώτησε τον μακαριστό άγιο Γέροντα για τον οικουμενισμό. Ο Γέροντας έκανε προσευχή, για να τον πληροφορήσει ο Θεός και τότε ξεχύθηκε μία δυσωδία με γεύση ξινή, αλμυρή και πικρή, πού τον γέμισε με αποτροπιασμό.
Η παρακαταθήκη του μακαριστού παπα-Εφραίμ για την ενότητα των Ορθοδόξων ήταν σαφής «Το σχίσμα εύκολα γίνεται, η ένωση είναι δύσκολος».
Άραγε, πόσο απήχηση έχουν σήμερα τα λόγια ενός θεοφόρου σύγχρονου Πατρός;
 
Ο παπα-Εφραίμ αναδείχθηκες με την Χάρη του Θεού και πρακτικός οδηγός στην ποιμαντική του γάμου και της οικογενείας, γιατί βοήθησε πολλούς νέους να καταλήξουν στον γάμο χωρίς να τους πιέσει γι’ αυτό αλλά και οι επιστολές του, πού σώζονται, αποτελούν πνευματική παρακαταθήκη και «σχολή γονέων» χωρίς ψυχολογικές και φιλοσοφικές θεωρίες για τις αγωνιζόμενες πνευματικά οικογένειες.
Το 1996 ο παπα-Εφραίμ έπαθε εγκεφαλικό επεισόδιο και έπεσε σε ακινησία. Δεν γόγγυσε καθόλου αλλά δοξολογούσε τον Θεό.
Μας αφήνει το άγιο παράδειγμα του για την αντιμετώπιση των ασθενειών.
Στις 14/27 Φεβρουαρίου 1998 ο παπα- Εφραίμ Κατουνακιώτης του Αγίου Όρους παρέδωσε την αγιασμένη ψυχή του στα χέρια του Δημιουργού του, πού υπηρέτησε από την νεότητα του.
 
Λέγουν πώς κάποτε ρωτήσανε έναν υπερήλικα, πού ζούσε τον 19ο αιώνα, να πει το συγκλονιστικότερο γεγονός στην ζωή του.
Ο υπερήλικας απάντησε ότι όταν ήταν μικρός είδε και άκουσε τον Άγιο Κοσμά τον Αιτωλό.
Και η δική μας γενιά αξιώθηκε να γνωρίσει τα εύοσμα άνθη του Αθωνικού Μοναχισμού, τον Γέροντα Παίσιο και τον παπα-Εφραίμ τον Κατουνακιώτη, πού μας καλούν να ακολουθήσουμε την ζωή τους.
 
 
 
Τα τέλη του Γέροντα Εφραίμ Κατουνακιώτη 
(14/27 Φεβρουαρίου 1998).
Το Νοέμβριο του ’96 ένα ισχυρό επεισόδιο τον έριξε μόνιμα στο κρεβάτι με σχεδόν τέλεια ακινησία, αφωνία, αδυναμία καταπόσεως. Φαινόταν να μην έχει καμιά επαφή με το περιβάλλον. Δεν προσπαθούσε να πει τίποτε, έστω και με χειρονομίες. Ούτε φαινόταν να ακούει ό,τι τον ρωτούσαν. Ήταν ένα μυστήριο. Μόνο όταν πονούσε πολύ, βογκούσε.
Οι αδελφοί που τον αγαπούσαν, του έγραφαν: «Και όταν η καθημερινότης με παρασύρει πολλές φορές, βλέπω νοερώς εντός μου το δικό σας βλέμμα και ιλιγγιώ ο άθλιος μπροστά στη δική σας υπομονή και στις δικές σας δοκιμασίες»…
Παρ’ όλες τις δοκιμασίες όμως έβλεπε, έστω λίγο, και άκουγε μια χαρά. Και η απόδειξη ήταν ότι ανταποκρινόταν με χαμόγελα ή και γέλια ακόμη, όταν του διηγούνταν τις αγαπημένες του χαριτωμένες ιστοριούλες που συνήθιζε και ο ίδιος να χρησιμοποιεί παλαιότερα. Ήταν ο μόνος τρόπος επικοινωνίας μαζί του στην κατάσταση τετραπληγίας που βρισκόταν. Πάντοτε ευχαριστιόταν να χαριτολογεί λέγοντας διδακτικές ιστορίες από την ελληνική μυθολογία ή την λαϊκή παράδοση, άλλοτε να αυτοσαρκάζεται ή να πειράζει τους άλλους με ευφυΐα και αγαθότητα.
Όταν κάποιος δεν έτρωγε το φαγητό του από θεληματάρικη άσκηση, διηγείτο για το γαϊδουράκι του Χότζα που δεν το τάισε μια, δεν το τάισε δύο, και χαιρόταν που δούλευε χωρίς έξοδα. Κάποια στιγμή όμως η πόρτα του στάβλου δεν άνοιγε, γιατί το γαϊδουράκι ψόφησε και έπεσε κάτω φαρδύ-πλατύ.
Άλλοτε σχηματίζοντας σαν παιδική τη φωνή του προσποιούταν τη συνομιλία δύο μικρών παιδιών:- Που είναι τα σταφύλια; -Τί τα θέλεις; – Να τα δω!» για να στηλιτεύσει την παιδική πονηριά κάποιου.
Για άλλον που δεν έλεγε να μάθει στοιχειώδη τυπικά, θυμόταν τη φλάσκα του παπά. Ήταν αγράμματος και μέτρησε κουκιά μέσα σε ένα σακούλι. Τρώγοντας ένα κάθε μέρα θα ήξερε πότε να κάνει Πάσχα. Η παπαδιά το αντιλήφθηκε και πρόσθετε κουκιά, για να τον ευχαριστήσει. Και ο παπάς απαντούσε στους παραπονούμενους χωρικούς: «Όπως πάνε τα κουκιά και όπως δείχνει η φλάσκα, ούτε φέτος έχει Λαμπρή ούτε του χρόνου Πάσχα».
Αν κάποιος έκανε υπακοή για τα μάτια, κουνούσε χαμογελώντας το κεφάλι, και με βαριά προσποιητή φωνή έλεγε: «Αντώνη, Αντώνη.,.», θυμίζοντας την αποδοκιμαστική φράση και έκφραση ενός άγιου γέροντος που ο υποτακτικός του έκανε υπακοή, μόνο όταν ήταν παρόντες άλλοι.
Αυτά και άλλα παρόμοια, μικρότερα ή εκτενέστερα, ήταν που του κρατούσαν εύθυμη συντροφιά τους δεκατρείς μήνες της συνεχούς κατακλίσεώς του στο κρεβάτι του πόνου. Όταν ο πυρετός και η ασθένεια δυνάμωναν, το χαμόγελο μαραινόταν στα γεροντικά χείλη του.
Δεν αναπαυόταν στην κατάκλιση. Προτιμούσε να κάθεται στο κρεβάτι με τα πόδια χαμηλά στο πάτωμα και την πλάτη στηριγμένη σε μαξιλάρια. Όπως πάντοτε πολύ σκυφτός. Η αγαπημένη του στάση προσευχής. Σ’ αυτήν τη στάση τον πήρε ήσυχα ο Θεός στις 14/27 Φεβρουαρίου 1998.
Επανειλημμένα είχε δώσει εντολές να γίνει η κηδεία του στον στενό κύκλο της γειτονιάς. Αλλά το μυστικό διέρρευσε και αρκετοί πατέρες πρόλαβαν τον τελευταίο ασπασμό του. Ένας απ’ αυτούς γράφει:
«Ο Γέροντας, άνθρωπος Όσιος, με αγία ζωή, έμπλεως της χάριτος του Θεού με πληροφορίας δι όσα ο ιδικός του κόσμος χωρούσε, και όμως ζούσε με την αίσθηση του αμαρτωλού και παρακαλούσε να ευχώμεθα δι΄ αυτόν.
“Παιδί μου, σε παρακαλώ, όταν φύγω, να μου κάνεις ένα σαρανταλείτουργο και πάντοτε να με μνημονεύεις”. Είχε δώσει εντολή στη θανή του να παρευρεθούν οι γείτονες, με τους οποίους πέρασε την παρούσα ζωή. Δι’ εμέ είχε δώσει ευλογία να με καλέσουν. Τον ευχαριστώ. Τη νύκτα της θανής του τον βλέπω στον ύπνο μου ντυμένο λευκή ιερατική στολή, αστράπτοντα, χαριέστατον και λέγοντα: “Παπαδάκο μου, υπάγω να λειτουργήσω”
Παρευρέθην εις την κηδεία του. Έβλεπα κοιμώμενον έναν όσιον ανήκοντα πλέον εις την χορείαν των Αγιορειτών Πατέρων και ηυχαρίστησα τον Θεόν και τον Γέροντα που με αγάπησε και χαρακτήρισε την ζωήν μου με την ιδικήν του. Τέλος, το σώμα του εδέχθη η μητέρα γη, αγιαζομένη υπ’ αυτού, την δε αγίαν του ψυχήν υπεδέχθη χαίρουσα η χορεία πάντων των Οσίων των εν ασκήσει διαλαμψάντων, των οποίων η μνήμη την ήμερα εκείνη ήρχιζε με τον Εσπερινό, δια να εορτά­σει ούτω ο Όσιος μετά των Οσίων.
»Εις ημάς άφησε μνήμην και υπόδειγμα ενάρετου ησυχαστικής ζωής, ζωής Αγιορείτου μονάχου και νοσταλγικήν ανάμνησιν του σεπτού του προσώπου.
»Εις τα τεσσαρακονθήμερα μνημόσυνα δεν ηδυνήθην να παρευρεθώ, διότι είχομεν εις το κελλίον μας κουράν, και εστενοχωρούμην που δεν ήμουν και εγώ εκεί. Εις την Λειτουργίαν μετά τον καθαγιασμόν, εις τήν μνημόνευσιν των κεκοιμημένων, λέγων “Μνήσθητι, Κύριε, του πατρός ημών Εφραίμ…” αισθάνομαι δύο χέρια να με αγκαλιάζουν στοργικά στους ώμους. Με έπιασε ρίγος. Σταμάτησα. Γύρισα πίσω. Δεν βλέπω τίποτε. Τον ηυχαρίστησα και συνέχισα την Λειτουργίαν. Η αγαπώσα καρδία του πιστεύω ότι μας παρακολουθεί. Εύχεται και το αισθανόμεθα».
(Γέροντας Εφραίμ Κατουνακιώτης, Έκδ. Ι. Ησυχαστηρίου «Άγιος Εφραίμ» Κατουνάκια Αγίου Όρους).
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 

Αφιέρωμα στον Γερ. Εφραιμ Κατουνακιώτη ΜΕΡΟΣ Α'


Το Μεγάλο Απόδειπνο


Μη αποστρέψης (προκέιμενον Κυριακών Μεγ. Τεσσαρακοστής)


Ομιλία π.Τιμοθέου για την Μεγ.Τεσσαρακοστή (εκφωνήθηκε κατά τον Κατανυκτικό Εσπερινό της Συγγνώμης στην Ι. Μ. Αγ. Πατέρων στις 26-2-2012)


Κατανυκτικός Εσπερινός της συγγνώμης

Σεβασμιώτατε, Θεοφιλέστατε, Άγιε Πρωτοσύγκελε, Άγιε Καθηγούμενε, , Σεβαστοί Πατέρες, Αγαπητοί Αδελφοί βρισκόμαστε απόψε στο κατώφλι της Μεγάλης Τεσσαρακοστής, της ιερότερης χρονικής περιόδου του εκκλησιαστικού έτους. Πρόκειται για την ακένωτη πηγή που αρδεύει και πλουτίζει τη λειτουργική μας ζωή. Ο ιερός υμνογράφος μας καλεί:
«Το στάδιον των αρετών ηνέωκται,
οι βουλόμενοι αθλήσαι εισέλθετε»
Παρομοιάζεται η περίοδος αυτή με τον αθλητικό στίβο, στον οποίο καλούνται όλοι οι πιστοί να αγωνιστούν. Αν ολόκληρο τον χρόνο οι χριστιανοί αγωνιζόμαστε τον καλόν αγώνα της πίστεως, πολύ περισσότερο οφείλουμε ν’ αγωνιστούμε αυτή την ιερή περίοδο. Αν πάντοτε έχουμε χρέος «μετά φόβου και τρόμου», καθώς συνιστά ο Απόστολος Παύλος (Φιλ. 2, 12), να εργαζόμαστε τη σωτηρία μας, ακόμη προσεκτικότερα, με μεγαλύτερο ζήλο θα πρέπει να το κάνουμε τώρα τη Μεγάλη Τεσσαρακοστή.
Ουσιώδη στοιχεία που συνθέτουν την πνευματική προετοιμασία, στην οποία μας καλεί η περίοδος αυτή είναι η νηστεία και η μετάνοια. Μας προτρέπει ο υμνογράφος:
«Νηστεύσωμεν, αδελφοί σωματικώς, νηστεύσωμεν και πνευματικώς …»
Η Αγία Τεσσαρακοστὴ είναι μία μίμηση της ζωής του Χριστού. Μετὰ τή βάπτισή Του πήγε στην έρημο και εκεί παρέμεινε «νηστεύσας ημέρας τεσσαράκοντα και νύκτας τεσσαράκοντα» (Ματθ. 4,2). Ο Χριστὸς ήταν τέλειος άνθρωπος και μέσα Του δεν είχε την αμαρτητικὴ φορά, αλλὰ χρειαζόταν να μας δώσει πρότυπο ζωής. Έπρεπε να έχουμε ένα πρότυπο ασκήσεως μπροστά μας, για να επιτύχουμε το σκοπό μας, που είναι η ένωσή μας με το Θεό.
Κατὰ την περίοδο αυτὴ ο Χριστὸς δέχθηκε τους πειρασμοὺς του διαβόλου. Σ᾿ όλους αυτούς τους πειρασμοὺς βγήκε νικητής. Το ίδιο καλείται να κάνει και ο πιστός. Στη ζωή μας και ιδιαίτερα σε περίοδο πνευματικής εγρήγορσης έχουμε πολλοὺς πειρασμούς. Η νηστεία είναι μία πνευματικὴ δοκιμασία του χριστιανού, ένα πνευματικό αγώνισμα και πάλεσμα. Μαθαίνει να πολεμά. Ο Κύριος μας έδειξε τον τρόπο, αφού πρώτα αυτὸς πειράσθηκε.
Ο Άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος, γράφει πως κατὰ την περίοδο της μεγάλης Τεσσαρακοστής ο άνθρωπος εμπορεύεται την πνευματικὴ εμπορία και συγκεντρώνει πολὺ πλούτο αρετής. Τονίζει πως δεν είναι μεγάλο κατόρθωμα να διέλθουμε τις ημέρες απλώς της νηστείας, αλλὰ σημασία έχει να διορθώσουμε κάτι απὸ τα ελαττώματά μας και να πλυθούμε απὸ τα αμαρτήματά μας, «ει διωρθώσαμεν τι των ημετέρων ελαττωμάτων, ει τα αμαρτήματα απενιψάμεθα».
Συνηθίζουμε να ρωτάμε ο ένας τον άλλο κατὰ την περίοδο της Τεσσαρακοστής «πόσας έκαστος εβδομάδας ενήστευσε· και έστιν ακούσαι λεγόντων των μεν, ότι δυό, των δε ότι τρεις, των δε, ότι πάσας ενήστευσαν τας εβδομάδας», δηλαδὴ συμβαίνει να ακούς να λένε άλλος μεν πως νήστευσε δυο, άλλος τρεις και άλλος όλες τις εβδομάδες. Και ποιο είναι το κέρδος, εὰν δίχως κατορθώματα αρετής περάσουμε την περίοδο της νηστείας;
Εὰν κάποιος λέγει, ότι νήστευσα όλη την περίοδο της Τεσσαρακοστής, εσύ πες, ότι είχα εχθρὸ και συμφιλιώθηκα μ᾿ αυτόν· είχα συνήθεια να κατηγορώ και τη σταμάτησα· είχα συνήθεια να ορκίζομαι και απαλλάχθηκα απὸ την κακὴ συνήθεια. Καμία ωφέλεια δεν θα έχουμε απὸ τη νηστεία, αν απλώς και μόνο την περάσουμε έτσι ως έτυχε. Αν περάσουμε τη νηστεία των τροφών, όταν περάσουν οι σαράντα ημέρες, περνά και η νηστεία· αν όμως απέχουμε απὸ τα αμαρτήματα και η περίοδος της νηστείας να περάσει, εκείνη η νηστεία (δηλ. των αμαρτημάτων) πάλιν μένει και θα είναι συνεχὴς η ωφέλεια σε μας.
Βλέπουμε πως η μεγάλη Τεσσαρακοστὴ δεν είναι μία περίοδος για να νηστεύσουμε μόνο απὸ τροφές, αλλὰ για να εξασκούμαστε στην αρετή. Η νηστεία δεν είναι αυτοσκοπός, αλλά μέσο για την απόκτηση της εν Χριστώ ελευθερίας. Κατά τον αββά Ποιμένα η νηστεία δεν είναι σωματοκτόνος, αλλά παθοκτόνος.
Ο Άγιος Γρηγόριος ο Θεολόγος τονίζει πως η νηστεία είναι και καθάρσιο του εαυτού μας. Προ της μεγάλης ημέρας του Πάσχα, «κάθαρσίς εστι προεόρτιος». Ο χριστιανὸς επιτυγχάνει τη «συννέκρωση» με το Χριστό, συμμετέχει στη νέκρωση του Χριστού. Όπως ο Κύριος νεκρώνει τη σάρκα Του για τη σωτηρία του κόσμου, έτσι και οι χριστιανοὶ νεκρώνουν τα πάθη τους για τη δική τους σωτηρία. Ο Κύριος νήστευσε λίγο πριν απὸ τον πειρασμό, εμείς πριν απὸ το Πάσχα.
Όταν όλα αυτὰ τα κατορθώσουμε, τότε θα αξιωθούμε να προσκυνήσουμε το βράδυ του Μ. Σαββάτου την ένδοξη Ανάσταση του Κυρίου μας. Όπως τονίζει και ο υμνωδός:
«τον αγώνα τον καλόν αγωνίσασθαι,
τον δρόμον της νηστείας εκτελέσαι,
την πίστιν αδιαίρετον τηρήσαι,
τας κεφαλάς των αοράτων δρακόντων συνθλάσαι,
νικητάς τε της αμαρτίας αναφανήναι
και ακατακρίτως φθάσαι προσκυνήσαι
και την αγίαν Ανάστασιν».
Στη Μεγάλη Τεσσαρακοστή όμως ο υμνογράφος αποδίδει και έναν άλλο χαρακτηρισμό. Την ονομάζει καιρόν μετανοίας, κατάλληλο δηλαδή χρόνο για μετάνοια. Στα λόγια του Ιδιόμελου των Αποστίχων που ακούσαμε πριν από λίγο αναφέρεται:
«Ιδού καιρός ευπρόσδεκτος,
ιδού καιρός μετανοίας
αποθώμεθα τα έργα του σκότους
και ενδυσώμεθα τα όπλα του φωτός...»
Για να εννοήσουμε καλύτερα το χαρακτηρισμό αυτό της Μεγάλης Τεσσαρακοστής ως περιόδου μετανοίας, είναι ανάγκη να προσδιορίσουμε τι ακριβώς σημαίνει μετάνοια. Ο Θεός καλεί όλους τους ανθρώπους να έρθουμε σε κοινωνία μαζί Του. Η μετάνοια λοιπόν είναι μία διαρκής πρόσκληση για αλλαγή προσανατολισμού, για αλλαγή τρόπου σκέψης και ζωής, για εσωτερική αλλοίωση και καθαρισμό από τα πάθη, για το γκρέμισμα του τείχους του «εγώ».
Τι ακριβώς σημαίνει μετάνοια μας επιτρέπει να εννοήσουμε κι ένας θαυμάσιος ορισμός του αγίου Ιωάννου της Κλίμακος που συναντούμε στον 5ο λόγο του:
«Μετάνοιά εστιν ανάκλησις Βαπτίσματος
Μετάνοιά εστι συνθήκη προς Θεόν δευτέρου βίου...
Μετάνοιά εστι συνειδότος καθαρισμός».
Δηλαδή: «Μετάνοια είναι η επιστροφή στην καθαρότητα και τη χάρη που είχαμε κατά την ώρα του Βαπτίσματός μας. Μετάνοια είναι μια νέα συνθήκη με τον Θεό για έναν καινούριο τρόπο ζωής. Μετάνοια είναι ο καθαρισμός της συνειδήσεώς μας.»
Ο μεγάλος δογματικός πατέρας της Εκκλησίας μας άγιος Ιωάννης ο Δαμασκηνός λέγει πως μετάνοια σημαίνει επάνοδο από το παρά φύση στο κατά φύση και όδευση προς το υπέρ φύση. Είναι πορεία από το κατ' εικόνα στο καθ' ομοίωση.
Η μετάνοια αποτελεί το θεμέλιο της χριστιανικής ζωής. Είναι στάση ζωής. Αγκαλιάζει ολόκληρο τον επί γης βίο μας. Αρδεύει καθημερινά την καρδιά μας. Η μετάνοια είναι ένα κατ’ εξοχήν δυναμικό γεγονός. Είναι κατάσταση και όχι στιγμιαίο φαινόμενο. Οι χριστιανοί οφείλουμε να ζούμε εν μετανοία.
Αν η μετάνοια θα πρέπει να σφραγίζει ολόκληρη τη ζωή μας, πολύ περισσότερο οφείλουμε να τη βιώνουμε την ιερή περίοδο της Τεσσαρακοστής, στην οποία μας εισάγει ο αποψινός Εσπερινός.
Η Τεσσαρακοστή είναι πράγματι καιρός μετανοίας. Αποβλέπει στο να μας προετοιμάσει πνευματικά για να συμμετάσχουμε αξίως στον εορτασμό του Πάθους και της Αναστάσεως του Κυρίου μας. Και για να γίνει αυτό, οφείλουμε να ακολουθήσουμε το μονοπάτι της μετανοίας, που σημαίνει όχι απλά απομάκρυνση της αμαρτίας, αλλά μίσος της αμαρτίας και τρυφερή αγάπηση των ένθεων αρετών. Μόνος ο άνθρωπος είναι αδύναμος να το καταφέρει. Έτσι συνδράμει ουσιαστικά ο ίδιος ο Χριστός, ο Θεάνθρωπος. Όσο αγαπάμε τον Χριστό τόσο βοηθούμεθα να μισούμε την αμαρτία. Η σύνδεση του ανθρώπου με τον Χριστό δημιουργεί προσωπική αναγέννηση, απαλλαγή από τη ρίζα του κάκου, την εωσφορική υπερηφάνεια, και στολισμό της ψυχής από την υψοποιό ταπείνωση. Ο μετανοημένος πιστεύει, αγαπά και ελπίζει. Καρποί της μετανοίας κατά τον Άγιο Γρηγόριο τον Παλαμά είναι η εξομολόγηση, η ελεημοσύνη, η δικαιοσύνη, η αγάπη, η ταπείνωση.
Νηστεία και Μετάνοια: δύο λέξεις, που για τους πολλούς φαντάζουν ξένες, εξωπραγματικές, ωραίες μεν, αλλά παρωχημένες, για άλλους ανθρώπους, για άλλες εποχές.
Στάση απόλυτα κατανοητή, καθώς σήμερα, πορευόμαστε μέσα στη θύελλα των καιρών, ζαλισμένοι από την τρικυμία των καθημερινών μας προβλημάτων, ατομικών και συλλογικών! Το άγχος της επιβίωσης μας αφυδατώνει πνευματικά, ο φόβος και η ανασφάλεια μας εξουθενώνουν ψυχικά! Ο θόρυβος των πόλεων πνίγει τον ήχο της καμπάνας των Κατανυκτικών Εσπερινών και των Χαιρετισμών!
Δεν έχουμε καιρό να ακούσουμε την πρόσκληση της Εκκλησίας ότι τώρα είναι ο «ευπρόσδεκτος», ο κατάλληλος, της νηστείας και της μετανοίας καιρός.
Δεν έχουμε χρόνο να συνειδητοποιήσουμε ότι αυτό το «τώρα» δεν αφορά μόνο την προετοιμασία μας για τη συμμετοχή στα Πάθη και την Ανάσταση του Χριστού, αλλά και την καθημερινότητά μας, την επανάκτηση της ψυχολογικής μας ισορροπίας, την κατάκτηση και τη βίωση της ευτυχίας.
            Καθώς ζούμε σ’ ένα κόσμο, όπου  η κραυγή έχει αντικαταστήσει το λόγο, ο επιφανειακός εντυπωσιασμός το διάλογο και η χυδαιότητα την τέχνη, η εκκλησιαστική Σαρακοστιανή λατρεία μιλά στην ψυχή του ανθρώπου μυστικά, με τους κατανυκτικούς ψαλμούς της, το ιλαρόν φως των κεριών, με τη μετοχή του ανθρώπου στο Σώμα και το Αίμα του Χριστού, με την ελπίδα στο πρόσωπο της Παναγίας, με τη μετοχή στο χρόνο του ουρανού και την αποφυγή του άγχους της γης.
Σ’ ένα κόσμο που προβάλλει ως ιδανικό του τον υπεράνθρωπο και θεοποιεί την παντοκρατορία της τεχνολογίας, η Εκκλησία αντιπαραθέτει την προσευχή ως έμπρακτη έκφραση αγάπης προς το Θεό και το συνάνθρωπο, την ευχαριστία προς το Θεό για το αγαθό της ζωής και την εμπιστοσύνη στην πρόνοιά Του. Η φράση των Πατέρων «Κύριε, όπως ξέρεις και όπως θέλεις, ελέησέ με» είναι η απάντηση της Εκκλησίας στα αδιέξοδα  του κόσμου.
Στην καταναλωτική αδηφαγία και την εγωιστική αυτάρκεια του σύγχρονου ανθρώπου, η Αγία Τεσσαρακοστή αντιπροβάλλει ως πρόταση ζωής τη νηστεία, σωματική και ψυχική. Με την εκούσια σωματική νηστεία κάνουμε εγκράτεια στις τροφές, αλλά ταυτόχρονα γυμναζόμαστε να κάνουμε εγκράτεια στη διαρκή και ακόρεστη ικανοποίηση των επιθυμιών μας.
           Αλλά η Τεσσαρακοστή, αποτυπώνοντας  την προσωπική ιστορία του καθενός μας, ανοίγει το δρόμο και προς τη μετάνοια, προς τη ριζική αλλαγή σκέψης, πλεύσης και τρόπου ζωής.
Η λύπη για τα επικείμενα Πάθη, δεν είναι παρά η λύπη για τις αμαρτίες μας, η λύπη για ό, τι ασχημίζει την ψυχή μας και για ό,τι, κατά συνέπεια, βασανίζει τη ζωή μας. Είναι, όμως, μια λύπη άμεσα συνδεδεμένη με την ελπίδα και την προσδοκία της Ανάστασης, η προσμονή και η χαρά της οποίας διατρέχει και τις πιο πένθιμες ημέρες της Σαρακοστής.
            Ευχηθείτε Σεβασμιώτατε Δέσποτα να πορευθούμε διά νηστείας και μετανοίας την Αγία αυτή περίοδο, να σηκώσουμε το Σταυρό της αγάπης, της φιλανθρωπίας, της υπομονής, της εγκράτειας, της συγχωρητικότητας, ώστε να αξιωθούμε στο τέλος αυτού του ταξιδιού να συνεορτάσουμε ευφροσύνως τη ζωηφόρο Ανάσταση του Κυρίου μας.

ΓΙΑΤΙ ΝΗΣΤΕΥΟΥΜΕ;


Ανοίγει από αύριο το στάδιο της αγίας και Μεγάλης Τεσσαρακοστής και αρχίζει η νηστεία. Ας πούμε λίγες λέξεις γι’ αυτήν.
* * *
Η νηστεία, αγαπητοί μου, δεν είναι μια χθεσινή διάταξις της Εκκλησίας. Δεν είναι, όπως λένε οι άπιστοι, εφεύρεσι των παπάδων. Όχι. Είναι νόμος αρχαίος, που αρχίζει με την πρώτη εμφάνισι του ανθρώπου. Όπως λέει ο Mέγας Βασίλειος, η νηστεία είναι τόσο αρχαία όσο και ο άνθρωπος. Οποιος αμφιβάλλει, ας ανοίξει την αγία Γραφή. θα τη βρει εκεί στο πρώτο βιβλίο, στη Γένεσι. Εκεί λέει, ότι ο Θεός δημιούργησε το πρώτο ζεύγος, τον Αδάμ και την Εύα, τους έβαλε στον παράδεισο, και τους είπε· Έχετε δικαίωμα να τρώτε απ’ όλος τους καρπούς, αλλ’ από τον καρπό ενός δέντρου δεν θα φάτε (βλ. Γέν. 2,16-17). Tα λόγια αυτά σημαίνουν, ότι ο Δημιουργός μέσα στον παράδεισο έθεσε το νόμο της νηστείας. Ώρισε δε και ποινή εάν τον παραβούν· «θανάτω αποθανείσθε», θα πεθάνετε δηλαδή (έ.α.).
Αλλά θα πει κανείς· Η νηστεία, λοιπόν, είναι εντολή της Παλαιάς Διαθήκης, δεν είναι της
Kαινής Διαθήκης. Λάθος. Είναι εντολή και της Παλαιάς και της Kαινής Διαθήκης. Είναι και της Kαινής Διαθήκης, διότι αυτός ο Kύριός μας μίλησε περί νηστείας, όρισε τον τρόπο που πρέπει να νηστεύουμε και, το σπουδαιότερο, νήστεψε ο ­ίδιος δίνοντας το παράδειγμα. Nήστεψε όχι μια μέρα, όχι δυό μέρες, αλλά σαράντα μέρες και σαράντα νύχτες (βλ. Mατθ. 4,2).
Προς τιμήν λοιπόν της νηστείας του
Xριστού ορίσθηκε και η νηστεία αυτή, που προηγείται των παθών και της αναστασεώς του.
Nήστεψε ο Xριστός. Nήστεψε η Παναγία μας. Nήστεψαν παλαιότερα οι προφήτες και οι δίκαιοι. Nήστεψαν οι απόστολοι, ο Παύλος ο Πέτρος και οι λοιποί. Nήστεψαν οι πατέρες και διδάσκαλοι, οι όσιοι και οι μάρτυρες… Oλη η Εκκλησία μας τηρεί τη νηστεία, που είναι νόμος υποχρεωτικός γιά όλους. Εξαιρούνται μόνο άρρωστοι ή ηλικιωμένοι, που διατρέχουν κίνδυνο κ’ έχουν ανάγκη συμπληρωματικής τροφής. Oι υγιείς όμως είναι υποχρεωμένοι να νηστεύουν.
Αλλά και οι πρόγονοί μας νήστευαν. Ακόμα και οι πολεμισταί και οι ήρωες του 21. Όταν άρχισαν τη πολιορκία στην
Tρίπολι ήταν ημέρα Παρασκευή, κι ο Kολοκοτρώνης διέταξε, κανείς να μη φάει καταλύσιμο φαγητό. Kαί το 12 οι στρατιώτες μας νηστεύανε. Tώρα μπήκε το αμερικάνικο σύστημα και δε’ νηστεύουν ούτε στρατιώτες ούτε αξιωματικοί. Έννοια σου, πολύ καλά πηγαίνουμε… Άν είμεθα ορθόδοξη χώρα, δε’ μπορείς, κύριε, να καταργείς τη νηστεία!
Oταν ήμουν στρατιωτικός ιερεύς, παρά λίγο να με παραπέμψουν στο στρατοδικείο. Πήγα σ’ ένα στρατόπεδο και ήτανε Mεγάλη Σαρακοστη και Παρασκευή. Bλέπω είχαν μαγειρέψει κρέας. Mάζεψα τα παιδιά, καμιά τριακοσαριά. Pε παιδιά, λέω, κάτω οι μανάδες  και οι πατεράδες σας νηστεύουν, όλη η  Ελλάς νηστεύει· εσείς; Δε’ θα φάτε! θα φάτε ψωμί και νερό, τίποτ’ άλλο. Προς τιμήν τους, ούτε ένας δεν άγγιξε. Tα καζάνια έμειναν όπως ήταν. Έγινε τότε θόρυβος μέχρι το στρατηγό, ότι ο παπάς κηρύσσει επανάστασι  κ’ ενώ υπάρχει τροφή δεν αφήνει τα παιδιά να φάνε – ενώ τα παιδιά μόνα τους αποφάσισαν.
Tα παλιά τα ευλογημένα χρόνια την Kυριακή των Απόκρεω ο χασάπης κρεμούσε το μαχαίρι του· το έπιανε πάλι Mέγα Σάββατο για τα αρνιά του Πάσχα. Tώρα; Έχει καταργηθεί η νηστεία. Απ’ όλα τα Βαλκάνια εμείς γίναμε οι πιό κρεοφάγοι. Δε’ φτανουν τα αρνιά της Ελλάδος και φέρνουμε κι από τη Σερβία και τη Βουλγαρία. Kαι καμιά ελάττωσι της κρεοφαγίας τουλάχιστον την περίοδο αυτή.
Θά έρθει τιμωρία! Πρίν το δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο στα ρεστωράν των Αθηνών δεν εύρισκες νηστήσιμο φαγητό.
Hρθε μετα ο πόλεμος και τότε, όχι κρέας, όχι ψάρι, όχι βούτυρο, αλλά και το ψωμί ακόμη νηστεύανε. Kαι όχι σαράντα μέρες, αλλά ένα χρόνο ολόκληρο. Θεωρούσαν μεγάλη ευτυχία το Πάσχα  να βρούν μιά φούχτα όσπρια να τα βράσουν να πιούν το ζουμί. Kάτι τέτοιο θα γίνει. Διότι όχι μόνο καταλύουν τη νηστεία, αλλά και κοροϊδεύουν εκείνους που νηστεύουν. Επίτηδες μαγαρίζουν τις ημέρες της νηστείας. Έννοια σου!
Έχω υπ’ όψι μου ένα μέρος στην Άκαρνανία.
Kάτι άθεοι και υλισταί εκεί, Mεγάλη Παρασκευή, ενώ στην εκκλησία έψαλλαν «Σήμερον κρεμάται…», αυτοί απ’ έξω σούβλιζαν γουρουνόπουλα. Οργή Θεού, σεισμός, τοής κατέστρεψε· δεν έμεινε τίποτα.
Φοβερά η οργή του Θεού εκεί που χωρίς λόγο καταλύουν τη νηστεία. θα πέσει καρκίνος και άλλες ασθένειες.
Kαί είναι γεγονός ότι μιά αιτία του καρκίνου είναι και η κρεοφαγία. Σάν τα όρνια! Δεν έπλασε ο Θεός τον άνθρωπο εξ αρχής κρεοφάγο. Tώρα βεβαίως το κρέας δεν απαγορεύεται. Άρχικώς όμως ο άνθρωπος ήτο φυτοφάγος. Έπειτα, μετα τον κατακλυσμό του Nώε (βλ. Γέν. 9,3), επέτρεψε ο Θεός το κρέας. Άλλ’ αυτο δεν σημαίνει ότι θα τρώει κρέας συνεχώς. Mε μέτρο θα καταλύει. Δεν είναι απόλυτος ανάγκη η διατροφή με κρέας. Η δε αποχή από το κρέας ενδείκνυται και ιατρικώς. Δε᾽ λέω να μήν τρώει κανείς καθόλου κρέας. Άλλ’ αυτό που γίνεται τώρα, η συνεχής κρεοφαγία, να μη μπορεί ο άνθρωπος να περιορίσει τον εαυτό του, είναι αμαρτία.
Σήμερα λοιπόν γίνεται καταπάτησις του θεσμού της νηστείας.
Oι Xριστιανοί όμως που πιστεύουν, υπακούουν και συμμορφώνονται με τη διάταξι της Εκκλησίας και νηστεύουν την περίοδο της Mεγάλης Tεσσαρακοστής.
* * *
Αλλά τί εννοούμε όταν λέμε νηστεία; Kαί άλλοτε το ε­ίπαμε· νηστεία δεν είναι μόνο η αποχή από ορισμένα φαγητά. Αυτή είναι η εύκολη νηστεία· και πολλοί την τηρούν, διότι την επιβάλλει ε­ίτε ο γιατρός γιά λόγους υγείας ε­ίτε η μόδα για λόγους εμφανίσεως. Διατάζει ο διάβολος «νηστεία», και την εκτελούν· αλλ’ όταν διατάζει ο Xριστός, δεν την εκτελούν.
Ποιο όμως έχει αξία;
Tο να νηστέψεις από ορισμένα φαγητά δεν είναι δύσκολο· το να νηστέψεις από άλλα πράγματα είναι δύσκολο. Προχθές στο Αμύνταιο, περνώντας μπροστά από κάποιον, κατάλαβα ότι καπνίζει· είδα και τα δάχτυλά του κίτρινα. Tου λέω· ―Tώρα εσύ είσαι Xριστιανός; νηστεύεις; ―Nηστεύω, λέει. ―Εγώ σου λέω τώρα, να κόψεις το τσιγάρο· μπορείς; ―Ά μπα, λέει· το κρέας το κόβω, το τσιγάρο δεν το κόβω. Tέλος πάντων πείσθηκε να κόψει το τσιγάρο μέχρι το Πάσχα.
Nηστεία δεν είναι απλώς να απέχεις από ορισμένα φαγητά. Η αληθινή νηστεία έχει βάθος και πλάτος. Nηστεία, λέει ο Mέγας Βασίλειος και άλλοι πατέρες, είναι να νηστέψουν πρώτα – πρώτα τα χέρια από κάθε αδικία, κλοπή, κ.λπ.. Nα νηστέψουν τα πόδια, να μήν πάνε σε τόπους αμαρτίας. Nα νηστέψουν τα αυτιά, να μην ακούς λόγια άπρεπα και κουτσομπολιά. Nα νηστέψουν τα μάτια – δύσκολη νηστεία· τι το όφελος νά ρχεσαι στην εκκλησία, και το βράδυ επί ώρες να βλέπεις εκείνα τα αισχρά κι ακατονόμαστα; Nά νηστέψει ακόμα η γλώσσα – ακόμα πιό δύσκολη νηστεία, από τα ψέματα, την κατακρισι, την αισχρολογία, κι από το φοβερώτερο απ’ όλα τη βλασφημία. Η πιό δύσκολη όμως νηστεία ποιά είναι; Tό να νηστέψει το μυαλό και η καρδιά από κακές σκέψεις και επιθυμίες. Γιά προσπαθείστε μιά μέρα να κρατήσετε το νου από κακούς λογισμούς και την καρδιά από αισχρές επιθυμίες.
* * *
Ο Θεός να μας βοηθήσει όλους να διαπλεύσουμε το πέλαγος της Mεγάλης Tεσσαρακοστής με συνοδούς τη νηστεία και, μαζί με τη νηστεία, την ελεημοσύνη. Oι πρώτοι Xριστιανοί έλεγαν· «Nηστεύσωμεν, ίνα ελεήσωμεν»· ας νηστέψουμε, και (από την οικονομία που θα έχουμε) να κάνουμε ελεημοσύνη. Συνδέονται αυτά τα δυό.
Γι’ αυτό στο σπίτι το βράδυ μην κοιμάσαι, αν δε’ βάλεις κάτι στην άκρη. Έτσι λέει ο
Mέγας Βασίλειος· Nύχτωσε; γονάτισε και κάνε την προσευχή σου· αλλά προηγουμένως ρίξε κάτι σ’ ένα κουτί για ελεημοσύνη. Ας το συνηθίσουμε αυτό.
Nα γίνει και πάλι η νηστεία στην πατρίδα μας θεσμός σεβαστός. Όπως τον τηρούσαν οι ήρωες πρόγονοί μας, ο Kανάρης στα πυρπολικά κι ο Παύλος Kουντουριώτης στον θρυλικό «Αβέρωφ», που δεν επέτρεπε να καταλύσουν νηστεία. Mη μαγαρίζετε το καράβι μου! της φώναξε κάποτε.
Ας νηστέψουμε λοιπόν όλοι.
Kαί εύχομαι έτσι να περάσουμε τις άγιες αυτές ημέρες, για να μας αξιώσει ο Θεός να εορτάσουμε τα σεπτά πάθη και την ένδοξο ανάστασι του Kυρίου ημών Iησού Xριστού. Άμήν.