Μια χρονιά. 8 Σεπτεμβρίου, θα γιόρταζαν την Παναγία και
όπως πάντα η Ελευθερία κατέβασε την εικόνα να την περιποιηθεί. Με πολλή
ευλάβεια την καθάρισε και έτριψε το φωτοστέφανο της να γυαλίσει με αμμωνία,
χωρίς να ξέρει φυσικά, ότι προκαλούσε φθορά στην εικόνα, πού υπάρχει ως τώρα.
Αφού την τακτοποίησε, την ακούμπησε στο τραπέζι πού ήταν ακριβώς κάτω από το
εικονοστάσι, όπου υπήρχαν και θρησκευτικά βιβλία.Κάποια στιγμή, πού βρισκόταν σε άλλο δωμάτιο, φύσηξε
δυνατός αέρας από το ανοικτό παράθυρο και σήκωσε το πετσετακι πού ακουμπούσε το
αναμμενο καντήλι στο εικονοστάσι. Πήρε φωτιά μια άκρη, έπεσε ένα αναμμενο
κομμάτι στο τραπέζι άναψαν τα βιβλία, κάηκε το τραπέζι και στη στιγμή
μεταδόθηκε η φωτιά σ΄ όλο το δωμάτιο. Η Ελευθερία, καίτοι κάπως βαρόκοη λόγω
της ηλικίας της, άκουσε κάποιους χτύπους. Απορώντας τί να είναι, βγήκε στη
πόρτα, αλλά δεν είδε κανέναν. Οι χτύποι όμως συνεχίζοντο πιο έντονα, και τότε
ανέβηκε επάνω και μόλις άνοιξε την πόρτα του δωματίου, πετάχτηκαν φλόγες και
καπνοί. Ζαλίστηκε, δεν μπορούσε να αναπνεύσει και με κόπο μπόρεσε να φωνάξει
τους γειτόνους να σβήσουν τη φωτιά. Όταν τελικά μπόρεσε να μπει στο δωμάτιο,
και έψαχνε με τα μάτια μέσα να διακρίνει κάτι στις φλόγες, πού ακόμα κρατούσαν.
Θεέ μου μεγαλοδύναμε, τί ήταν αυτό πού αντίκρυσε;Η εικόνα της Παναγίας, ανάμεσα στις φλόγες και στους
καπνούς την κοίταζε από μακρυά, χαμογελαστή, με κείνο το γλυκύτατο της
μειδίαμα, ανέγγιχτη από τη φωτιά, και από τους καπνούς ώστε να λάμπει έτσι όπως
την είχε γυαλίσει η ίδια. Οι φλόγες την είχαν σεβαστεί, και μήτε ίχνος καπνού
την είχε αμαυρώσει.Όλη η οικογένεια φύλαγαν και αυτό το θαύμα σαν πολύτιμο
μαργαριταρι στην καρδιά τους. Η δημιουργία της ΜονήςΤέσσερεις Μοναχές ξεκίνησαν να κτίσουν ένα Μοναστηρι,
Ησυχαστήριο. Μια μέρα (Ιανουάριο του 1965), ήρθαν στην Αθήνα, και έμεναν
προσωρινά στο πατρικό σπίτι μιας εξ΄ αυτών, πού ήταν εξοχικό, στα Μελίσσια.Εκεί, εκτελούσαν τα θρησκευτικά τους καθήκοντα, και
συγχρόνως έψαχναν, για έναν κατάλληλο τόπο, για να κτίσουν σιγά-σιγά το
Μοναστήρι τους. Τέλος, βρήκαν έναν τόπο στο Καπανδρίτι, τους άρεσε, και έδωσαν
και μια προκαταβολή.Η σκέψη τους ήταν, να παραγγείλουν στο Άγιον Όρος μια
Εικόνα της Παναγίας της Γοργοεπηκόου, στο όνομα της οποίας θα αφιέρωναν το
Μοναστήρι.Μια μερα, ήρθε να τις επισκεφθεί μια γυναίκα. Η Ιφιγένεια
Αναπλιώτου. Αφού έμεινε αρκετα μαζί τους, σηκώθηκε να φύγει, λέγοντας:- Πρέπει να πηγαίνω, γιατί έχω να περάσω από την
εκκλησία, να πάρω μια Εικόνα μου, πού την πήγα για τους «Χαιρετισμούς».Ξέρετε, μαθεύτηκε πώς είναι πολύ θαυματουργή, και μου ζήτησαν
να την πάω, να την προσκυνήσουν. Αλλά την ξύνουν οι γυναίκες, και φοβάμαι, πώς
θα μου την αλλοιώσουν.Μετά, τους διηγήθηκε, ότι την έφερε άπ’ τη Σμύρνη. Ότι
ήταν Εικόνισμα οικογενειακό, και από γενιά σε γενιά, ερχόταν πάντα στο πρώτο
παιδί της οικογενείας, και τελευταία, ήρθε στα χέρια της….- Σε ποιά Χάρη της Παναγίας είναι η Εικόνα; Ρώτησαν
εκείνες πολύ συγκινημενες.- Είναι η Παναγία, η Γοργοεπήκοος, απάντησε η γυναίκα.- Ω, γλυκεία αγαλλίαση, κι ω, τρυφερή λαχτάρα, πού
πλημμύρισε την καρδιά, των τεσσάρων αφοσιωμένων Μοναχών.- Και μεις, στην Γοργοεπήκοο θα αφιερώσουμε το Μοναστήρι
μας, είπαν. Δεν μας την δίνεις την Εικόνα;Αρνήθηκε ευγενικά, και κείνες δεν επέμεναν. Αυτά, έγιναν
στα μεσα της Μεγάλης Τεσσαρακοστής. Προς το Πάσχα, τους στέλνει ένα μήνυμα, ότι
θα τους δώσει την Εικόνα, όταν θα κτίσουν το μοναστήρι. Είπε ακόμα, πώς και
κείνη πάντα ονειρευόταν να της κτίσει μία εκκλησία, αλλά δεν είχε την
οικονομική δυνατότητα.Φαντάζεστε τη χαρά όλων, και πόσες ευχαριστίες έκαναν
στην Παναγία, και στη Θεία Οικονομία οι Μοναχές, κατασυγκινημενες.Από τότε, πέρασαν μερικοί μήνες. Τον Αύγουστο της ίδιας
χρονιάς, το 1965, την παρακάλεσαν να τους δώσει, για λίγο, την Εικόνα, για να
βγάλουν μερικές φωτογραφίες της, γιατί θα έκαναν την πρώτη τους υπαίθρια Λειτουργία,
στο Καπανδρίτι. Την έδωσε ευχαρίστως και όταν πήγαν να την επιστρέψουν τους
ειπε:« Κρατήστε την»…Από κείνη την ευλογημενη ώρα, το Εικόνισμα της Υπεραγίας
Θεοτόκου, της Γοργοεπηκόου, βρίσκεται στα χέρια τους, και με την χάρη της και
τη δύναμή της, κτίστηκε η Ιερά Μονή Μάνδρας. κύρια πηγή: Χρυσούλας Χατζηγιαννιού, Η Κυρία
Γοργοεπήκοος: Από την αιματωβαμένη Σμύρνη στα βουνά της Μάνδρας, έκδοσις Ε΄, Ιεράς Κοινοβιακής Μονής «Παναγίας
της Γοργοεπηκόου», Μάνδρα Αττικής, 2002.